Στο ποδόσφαιρο ο ρόλος του θύτη είναι συχνά δυσκολότερος απο το ρόλο του θύματος. Γι’ αυτό και πιο συχνά οι φιλοξενούμενες αλλά και οι θεωρητικά πιο αδύναμες ομάδες “παίρνουν” το αποτέλεσμα που επιδιώκουν.
Αυτό συμβαίνει στο σύγχρονο ποδόσφαιρο για ενα πολύ απλό λόγο. Οι περισσότερες ομάδες απο τις μεγαλύτερες (με κάποιες χαρακτηριστικές εξαιρέσεις) μέχρι και την χαμηλών κατηγοριών δεν ξέρουν ν’ ανοίγουν τις κλειστές άμυνες παίζοντας ΟΜΑΔΙΚΑ με συνεργασίες, αυτοματισμούς, προγραμματισμένες κινήσεις και προσχεδιασμένους συνδυασμούς. Τις πιο πολλές φορές τα περιμένουν ολα απο τις ατομικές ενέργειες και το ταλέντο των προικισμένων ποδοσφαιριστών τους δηλ. των “αστεριών” της ομάδας ή μεσα απο τις συμπτώσεις και τα λάθη των αντιπάλων παικτών που προκύπτουν κατά την εκτέλεση των στημένων (επιθετικών) φάσεων.
Για να το πούμε πιο απλά τα τελευταία χρόνια οι ομάδες κατά κανόνα στα παιχνίδια τους “κατεβαίνουν” ν’ αγωνιστούν με βάση ενα προπονητικό πλάνο που πρώτα και κύρια νοιάζεται, στο πως να μην χάσουν και μετά στο πως να κερδίσουν. Σήμερα δηλ. οι προπονητές παιδεύονται πρώτα και κύρια στο να σταματήσουν τον αντίπαλο και απο κει κι έπειτα ο,τι βγει. Γι’ αυτό και συνήθως πριν απο τα παιχνίδια η τακτική οργάνωση αφορά στην άμυνα ενω για την επίθεση περιορίζονται ν’ αναθέτουν ρόλους και να δίνουν τις πρωτοβουλίες στους παίκτες της ομάδας που ξεχωρίζουν για τις ατομικές τους επιθετικές ικανότητες. Προφανώς και δεν φταίνε οι προπονητές. Φταίει η τρομακτική ΠΙΕΣΗ που δημιουργείται απο τα μεγάλα συμφέροντα, την υπερβολική δημοσιότητα τις αθέμιτες και θεμιτές φιλοδοξίες και σκοπιμότητες που επενδύονται και κατατρέχουν το άθλημα στην σύγχρονη εποχή.
Ετσι λοιπόν σήμερα ολοένα και πιο συχνά ακούμε και διαβάζουμε τους προπνητές να δηλώνουν οτι “η νίκη της ομάδας στηρίχθηκε στην καλή μας άμυνα…” φαίνεται οτι ολο και περισσότερο να κυριαρχεί στο ποδόσφαιρο η αθλητική φιλοσοφία που εκφράζεται με την φράση: “η ΑΜΥΝΑ φέρνει τα πρωταθλήματα κι η ΕΠΙΘΕΣΗ τον κόσμο στα γήπεδα…”. Γι’ αυτό σήμερα οι προπονητές κατά βάση υιοθετούν ΔΥΟ ΤΡΟΠΟΥΣ για να επιτεθεί η ομάδα τους που προϋποθέτουν μια συμπεριφορά σχεδόν παθητική (μαζεύεται και περιμένει…) αξιοποιώντας κατά κάποιο τρόπο την άμυνα που παίχζει η ομάδα. Και στις δυο περιπτώσεις δηλαδή η επίθεση τηε ομάδας δεν είναι αποτέλεσμα πρωτοβουλίας και πίεσης ψηλά, αλλά είναι αντίδραση και προσαρμογή.
Πιο συγκεκριμένα, στην πρώτη περίπτωση (λεγόμενη και ΓΡΗΓΟΡΗ ΕΠΙΘΕΣΗ) έχουμε βαθιά μπαλιά (συνήθως απο το αμυντικό τρίτο ή τα πλάγια του μεσαίου) προς τον φουνταριστό που πρέπει είτε να προσπαθησει (αν βρει τον χρόνο και χώρο) να γυρίσει και να τα κάνει (τελειώσει) ολα μόνος του, είτε να “σπάσει” τη μπάλα στα πλάγια σ’ ενα απο τους ακραίους μεσοεπιθετικούς ή τους μπακ, είτε να επιστρέψει πίσω την μπάλα σ’ ενα συμπαίκτη που του δίνει στήριγμα ερχόμενος απο το βάθος του γηπέδου (συνήθως ο κεντρικός μεσοεπιθετικός), ενω ο ίδιος μετά την πίσω πάσα κάνει διαγώνια κίνηση (ή μεσοφέγγαρο) για να ξαναδεχτεί τη μπάλα ή να δημιουργήσει κενούς χώρους παίρνοντας μαζί του κάποιον αντίπαλο αμυντικό, χαλώντας έτσι την ισορροπία της αμυντικής αλυσίδας. Ακόμα και σ’ αυτό το “στιλ” επιθετικής ανάπτυξης ο προωθημένος επιθετικός (νο 9) θα πρέπει να διεκδικεί με πάθος όλες τις διεκδικούμενες μπάλες (ειδικά στον αέρα) καινα πιέζει αφόρητα τους αντιπάλους αμυντικούς (συνήθως τα στόπερ), έτσι ώστε να τους αναγκάζει να διώχνουν τη μπάλα βιαστικά κι όχι στοχευμένα , μια κατάσταση παιχνιδιού που θα δώσει την δυνατότητα στους μεσοεπιθετικούς (κυρίως) συμπαίκτες με σωστή πρόβλεψη (διάβασμα…) να πάρουν τις δεύτερες μπάλες.
Ο δεύτερος τρόπος , η ΚΟΝΤΡΑ ΕΠΙΘΕΣΗ δηλ. ο αιφνιδιασμός πριν η αντίπαλη ομάδα προλάβει να οργανωθεί αμυντικά (η λεγόμενη ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ). Στην περίπτωσηαυτή η ομάδα μαζεύεται στο μεσαίο κι ορισμένες φορές στο τελευταίο τρίτο του γηπέδου όπου και πιέζουν με στόχο να κλέψουν τη μπάλα και με γρήγορο άνοιγμα στους κενούς χώρους να φτάσουν κατά το δυνατόν πιο σύντομα κι απλά στο κλείσιμο (ολοκλήρωση) της τελικής επιθετικής προσπάθειας.
Υπάρχει όμως κι ένας τρίτος τρόπος για να παίξει μια ομάδα επίθεση, ο λεγόμενος ΚΟΝΤΡΟΛ ΕΠΙΘΕΣΗ ή ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΚΑΤΟΧΗΣ. Ωστόσο, αυτον οι προπονητές του καιρού μας και δεν θέλουν και δεν ξέρουν αλλά και δεν πρέπει όταν δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις να τον διδάξουν καινα τον εφαρμόσουν. Αυτός ο απαιτητικός τρόπος είναι η οργανωμένη και σχεδιασμένη επιθετική ανάπτυξη απέναντι σε κλειστές άμυνες. Σ’ αυτή την περίπτωση απαιτείται παιχνίδι πρωτοβουλίας δηλ. κατοχή και κυκλοφορία της μπάλας, κίνηση στο χώρο, γνώση και πρόβλεψη των θέσεων των συμπαικτών και των αντιπάλων, με απλά λόγια προϋποθέτει ΟΡΓΑΝΩΣΗ. Αλλά για να αποβεί αποτελεσματική μια τέτοια επιθετική τακτική θα πρέπει να συντρέχουν κάποιες ουσιαστικές προϋποθέσεις. Ενδεικτικά θα πρέπει να υπάρχουν γήπεδα σε πολύ καλή κατάσταση κυρίως δε ποδοσφαιριστές με ατομική τεχνκή πολύ πάνω απο τον μέσο όρο, ποδοσφαιριστές με υψηλή αίσθηση της αγωνιστικής πειθαρχίας για την διατήρηση της ασφάλειας και της ισορροπίας της ομάδας στην επίθεση αφου το πόσοι παίκτες , ποιοί κι απο πού θα επιτεθούν αφροά στην ΠΕΙΘΑΡΧΙΑ και το πλάνο, ενω το πώς αφορά στο ταλέντο και την ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ των παικτών. Τέλος κι ίσως το πιο σημαντικό πρέπει να υπάρχουν ποδοσφαιριστές που θα έχουν εξαιρετική αγωνιστική νοοτροπία και συμπεριφορά στην ΑΜΥΝΤΙΚΗ ΜΕΤΑΒΑΣΗ δηλ. το ΠΡΕΣΙΝΓΚ των 5” εκεί όπου η ομάδα χάνει τη μπάλα.
Αν δεν υπάρχουν ή υπάρχουν ελλείψεις σ’ αυτά τα δεδομένα πολύ πιθανόν να καταλήξουμε σ’ ενα ανούσιο αναποτελεσματικό απιχνίδι που θα είναι ευάλωτο και στις αντεπιθέσεις της αντίπαλης ομάδας. Εξάλλου, είναι γνωστό τι στο ποδόσφαιρο τα στατιστικά στοιχεία έχουν σχετική αξία γιατί είναι άθλημα ευφϋιας στρατηγικής αλλά και αστάθμητων παραγόντων. Στο ποδόσφαιρο το περιβάλλον του αγώνα αλλάζει συνεχώς, έχουμε ΤΕΧΝΙΚΗ ΑΝΟΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ δηλ. ευαίσθητη προσαρμόσιμη ΤΕΧΝΙΚΗ. Επομένως στο ποδόσφαιρο μπορούμε να προβλέψουμε, οχι να καθορίσουμε.
Παιχνίδι κατοχής χωρίς την δημιουργία σχετικά αντιστοίχων τελικών προσπαθειών γίνεται ΟΥΤΟΠΙΑ κι αυτοσκοπός. Στο ποδόσφαιρο μοναδικός κι αδιαπραγμάτευτος στόχος είναι το ΓΚΟΛ (είτε στην επίθεση είτε στην άμυνα). Ολα τα άλλα είναι τα “μέσα” που βοηθούν να φτάσουμε σ’ αυτόν. Ταυτόχρονα όμως η ομάδα που ξέρει και μπορεί να κρατάει τη μπάλα έχει μαζί της τις πιθανότητες να βάλει το ΓΚΟΛ και συγχρόνως στερεί αυτές τις πιθανότητες απο την αντίπαλη ομάδα (η σύγχρονη εκδοχή του διαβόητου “η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση…”). Γι αυτό κι οι ομάδες που έχουν κατοχή κατα κανόνα κυριαρχούν . Μπορεί να χάσουν ενα παιχνίδι ή ενα τουρνουά απο μια ομάδα που περιμένει και στην αντεπίθεση προσπαθεί να βάλει το γκολ και να κλέψει το παιχνίδι, ωστόσο σε μια σειρά αρκετών αγώνων συν΄θως (αν όχι πάντα) οιομάδες που εφαρμόζουν (επιβάλλουν) παιχνίδι ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ (δηλ.μεγάλα ποσοστά κατοχής) είναι ατυτές που κερδίζουν τίτλους ή αν μη τι άλλο, πρωταγωνιστούν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι ισπανικές ομάδες που σαρώνουν τους τίτλους σε όλες τις διεθνείς διοργανώσεις έχοντας ως στρατηγικό πλεονέκτημα αυτό το χαρακτηριστικό στο παιχνίδι τους.
Αντίθετα, χρειάσθηκε να περάσουν περίπου 50 χρόνια για να αναδειχθεί- μέσα απο μια ευτυχή συγκυρία- η Εθνική μας ομάδα πρωταθλήτρια Ευρώπης και μάλλον θα χρειαστούν άλλα τόσα (ίσως και περισσότερα…) για να συμβεί πάλι κάτι τέτοιο, παίζοντας ΑΜΥΝΑ και “κλέβοντας” τα παιχνίδια.
Κατά συνέπεια, ο καλύτερος τρόπος επιθετικής ανάπτυξης μιας ομάδας είναι το παιχνίδι πρωτοβουλίας και κατοχής. Το ζητούμενο είναι οι προϋποθέσεις αφου για να εφαρμοσθεί με επιτυχία ενα τέτοιο επιθετικό πλάνο (τακτική) θα χρειάζεται ή μάλλον απαιτείται, σκληρή μα πολύ σκληρή δουελιά με επιμονή κι υπομονή (για να βγουν συνεργασίες κι αυτοματισμοί στο παιχνίδι), γνώση απο τους προπονητές, παιδεία ποδοσφαιρική απο τους παίκτες. Προπάντων καικυρίως στην ομάδα θα πρέπει οι ΑΜΥΝΤΙΚΟΙ να ΞΕΡΟΥΝ ΝΑ ΕΠΙΤΙΘΕΝΤΑΙ και οι ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΙ ΝΑ ΞΕΡΟΥΝ (και να μάθουν να θελουν) ΝΑ ΑΜΥΝΟΝΤΑΙ.
Αν η ομάδα διαθέτει ποδοσφαιριστές με τέτοια χαρακτηριστικά και τέτοιες δυνατ΄τοητες μπορεί με αποτελεσματικότητα να εφαρμόσει ενα τέτοιο στιλ παιχνιδιού.
Συμπερασματικά, μια σοβαρή και καλά δουλεμένη ομάδα οφείλει στον επιθετικό της σχεδιασμό (οπλοστάσιο) εκτος απο τον βασικό τρόπο επίθεσης που έχει επιλεγεί (ανάλογα με την φιλοσοφία του προπονητή, τους στοχους της ομάδας και την ποιότητα των παικτών της, είτε ο παθητικός είτε ο ενεργητικός) θα πρέπει οπωσδήποτε να έχει προετοιμασθεί να εφαρμόσει το plan b, εναλλακτικό σενάριο. Να μπορεί δηλ. ν’ ανταποκριθεί και να προσαρμοσθεί στις απρόβλεπτες αντιδράσεις του αντιπάλου και τις απρόβλεπτες εξελίξεις ενός παιχνιδιού. Αλλωστε πρέπει να θυμώμαστε πάντα οτι το ποδόσφαιρο είναι το κατ’ εξοχήν άθλημα του προόπτου του απρόβλεπτου, της σύμπτωσης, του “τσαφ” του αμυντικού, της γκάφας του τερματοφύλακα, του διαιτητικού λάθους, του χαμένου πέναλτι. Και αυτό έχει την εξήγηση του αφου στο ποδόσφαιρο σε αντιδιαστολή με σχεδόν ολα τα άλλα παιχνίδια ο χειρισμός της μπάλας γίνεται με τα πόδια όμως τα εργαλεία της ανθρώπινης επιδεξιότητας είναι τα χέρια μ’ αυτά διαχειρίζεται τα πράγματα μ’ αυτά εκφράζει τα συναισθήματά του, μ’ αυτά δημιουργει στην τέχνη, στα γράμματα, στον πολιτισό, στην επιστήμη και αλλού. Επιπρόσθετα στο ποδόσφαιρο οι αθλητές που αγωνίζονται είναι εκτεθειμένοι στις καιρικές συνθήκες (ζέστη, κρύο, βροχή, λάσπες, αέρας ακόμη και χιόνια), αλλά και στις ενδεχόμενες γηπεδικές αντιξοότητες και ιδιαιτερότητες (κακοί αγωνιστικοί χώροι, μικρά στενά γήπεδα) σε αντιδιαστολή με τα περισσότερα αθλήματα, όπου οι παίκτες αγωνίζονται σε σχεδόν ιδανικές συνθήκες σε κλειστές αίθουσες με ανέσεις και χωρίς την παρουσία “αστάθμητων παραγόντων” που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά των αγωνιστική δραστηριότητα των αθλητων.
Κατά συνέπεια, οι πιθανότητες για την εμφάνιση του ΛΑΘΟΥΣ, του απροόπτου, του απρόβλεπτου, της σύμπτωσης στο ποδόσφαιρο είναι περισσότερες και μεγαλύτερες απο κάθε άλλο παιχνίδι. Αλλωστε, το ποδόσφαιρο εχει χαρακτηριστεί και ως παιχνίδι ΛΑΘΩΝ… Μ’ αυτό ως δεδομένο αλλά με δεδομένο επίσης οτι η προπόνηση πρέπει να αποτελεί ΠΡΟΣΟΜΕΙΩΣΗ του παιχνιδιού, ο προπονητής ποδοσφαίρου χρειάζεται να δημιουργεί μια οργάνωσηκι ενα σχεδιασμό έτσι ώστε να μπορεί να προβλέψει και να δουλέψει για τις ενδεχόμενες δυσκολίες και καταστάσεις που μπορεί να εμφανιστούν κατά την εξέλιξη ενός παιχνιδιού. Γι’ αυτό σδε κορυφαίες ομάδες μπορούμε να παρατηρήσουμε οτι αρκετά συχνά επαναλαμβάνονται συγκεκριμένες αγωνιστικές καταστάσεις, γεγονός που δεν παραπέμπει σε σύμπτωση. Γι απαράδειγμα η πορεία της μπάλας στις μεταβιβάσεις και οι διαδρομές των παικτών στις κινήσεις τρεξίματος μπορούν να εναρμοσνιστούν ιδανικά μεταξύ τους με αποτέλεσμα η ακριβής εφαρμογή να αποκτά μεγαλύτερη σημασία απο την σύμπτωση.
Ενα άλλο χαρακτηριστικό πράδειγμα είναι οι στημενες (στατικές) φάσεις που ως γνωστό κρύβουν με΄σα τους ενα μεγάλο δυναμικό στο ποδόσφαιρο και στις οποίες οι παίκτες μπορούν να εξασκηθούν με εξαιρετικό τρόπο σε προσχεδιασμένες κινήσεις. Αυτό μπορεί να συμβεί γιατί σ΄’ αυτή την ΦΑΣΗ του παιχνιδιού, υπάρχει ενα συγκριτικό πλεονέκτημα με δεδομένο οτι η μπάλα είναι ακινητοποιημένη κι άρα η πρόβλεψη , η οργάνωση και το σχέδιο μπορεί να γίνει με περισσότερη πειθαρχία και μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα.
Αρα λοιπον, με την εφαρμογή σωστών προπονητικών μεθόδων και σχεδίων αυξάνονται οι πιθανότητες να δημιουργηθούν ευκαιρίες επίτευξης τέρματος ή να αποτρέπουν στην άμυνα απο τον αντίπαλο. Πιο απλά, να μπορεί η ομάδα να κάνει ΑΜΥΝΑ και ΕΠΙΘΕΣΗ μεσα απο οργάνωση, συνεργασίες και να μην στηρίζεται μόνον στις ατομικές ικανότητες και πρωτοβουλίες των παικτών της ή στις συμπτώσεις.
Σήμερα οι περισσότεροι προπονητές όταν μιλούν για οργάνωση και σχέδιο εννοούν άμυνα. Ωστόσο, για να είναι ιδανικά προετοιμασμένη μια ομάδα χρειάζεται πάντα ενα σχέδιο (συνήθως αναφέρεται ως ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΠΛΑΝΟ) για κάθε ξεχωριστό παιχνίδι που θα περιλαμβάνει ενα προγραμματισμό τόσο για την ΑΜΥΝΑ όσο όμως και για την ΕΠΙΘΕΣΗ και σε σχέση βέβαια με τον αντίπαλο.
Στον επίλογο και ως συμπέρασμα οι προπονητές στο ποδόσφαιρο εξαιτίας της μεγάλης πολυπλοκότητας αλλά και του υψηλού επιπέδου απαιτήσεων είναι αναγκαίο να δουλεύουν πάνω σ’ ενα πλάνο με στοχευμένα μέτρα που θα αφορούν και τις δυοπλευρές του γηπέδου. Ετσι θα αντισταθμίσουν οσο το δυνατόν περισσότερο τον παράγοντα της σύμπτωσης στο ποδόσφαιρο αυξάνοντας τις πιθανότητες επιτυχίας.